Sõna friedhof tõlge saksa-kreeka
- κοιμητήρι
- κοιμητήριο
- νεκροταφείο" Τουρκία έχει μετατραπεί σε νεκροταφείο πολιτικών κομμάτων. Die Türkei ist zu einem Friedhof für politische Parteien geworden. Σε αυτό ξεθάφτηκαν τα φέρετρα και, χωρίς το παραμικρό αίσθημα σεβασμού, το νεκροταφείο βεβηλώθηκε. Die Särge wurden ausgegraben und der Friedhof ohne jedwedes Taktgefühl geschändet.
- κοιμοιτεριον
Populaarsed tõlked
Parimad sõnaraamatud