Sõna masculinité tõlge prantsuse-kreeka
- αρρενωπότηταΚαι η αρρενωπότητα και η θηλυκότητα, οι δύο μορφές της ανθρώπινης σωματικής υπόστασης, αποτελούν στοιχεία διαμόρφωσης της προσωπικότητας. Tant la masculinité que la féminité, les deux formes de la composition somatique de l'être humains, sont des éléments constitutifs de la personnalité.
- ανδρισμός
Populaarsed tõlked
Parimad sõnaraamatud