Sõna πυρ tõlge kreeka-prantsuse
- feuIl y a eu un cessez-le-feu temporaire et un cessez-le-feu définitif. Υπήρξε μια προσωρινή και μια μόνιμη κατάπαυση πυρός. Il faut combattre le feu en hiver, en préparant la forêt pour qu'elle ne s'enflamme pas. Γιατί; Διότι είναι αχανείς περιοχές, είναι περιοχές με δασοφύλακες, είναι περιοχές καθαρές, είναι περιοχές που διαθέτουν αντιπυρικές ζώνες. Il faut un cessez-le-feu immédiat. Πρέπει να επιβληθεί άμεση κατάπαυση του πυρός.
- feu à volonté !
- flammesElle concerne les retardateurs de flammes au brome. Αφορά το υλικό πυροπροστασίας από βρωμίδιο.
- fou
- furieux
- proie
- rage
- tirs croisés
Populaarsed tõlked
Parimad sõnaraamatud