Sõna έμπορας tõlge kreeka-itaalia
- commercianteEsiste una notevole incertezza su una serie di questioni: il costo dell'attrezzatura di cui avrà bisogno il piccolo commerciante. Υπάρχει ένας μεγάλος βαθμός αβεβαιότητος σχετικά με πολλά αντικείμενα: σχετικά με το κόστος του εξοπλισμού που θα χρειαστεί ο μικρός έμπορας.
- mercante
- mercantessa
Populaarsed tõlked
Parimad sõnaraamatud