Sõna prigione tõlge itaalia-kreeka
- δεσμωτήριο
- φυλακήΛέγεται ότι από αυτή την φυλακή κανείς ποτέ δεν έχει βγει ζωντανός. Da questa prigione nessuno sarebbe mai uscito vivo. Στον άνθρωπο αυτό δεν χορηγήθηκε καμιά ιατρική περίθαλψη μέσα στη φυλακή. In prigione quest'uomo non ha ricevuto alcuna cura. Σήμερα η Γάζα είναι πρακτικά μια μεγάλη υπαίθρια φυλακή. Adesso Gaza è di fatto una grande prigione a cielo aperto.
- κάθειρξηΠρόκειται για έναν άνθρωπο ο οποίος εκτίει ήδη ποινή ισόβιας κάθειρξης. Si tratta di un uomo già condannato a rimanere in prigione a vita.
- φρέσκο
- φυλάκιση
Populaarsed tõlked
Parimad sõnaraamatud